Το ματωμένο φαράγγι
Η διαδρομή για σε βρω ήταν δύσκολη, γεμάτη αγκαθωτούς θάμνους, απότομους γκρεμούς, και αλιτήριες σκιές. Παντού σκιές, μικρές και μεγάλες, ξενικές και οικείες, και τα καμπαναριά βουβά. Η σιωπή με τρόμαζε, με έκανε να γυρνώ στο παρελθόν για κλάσματα δευτερολέπτου. Όλα μου φαίνονταν γνωστά, κάπου θα τα είχα ξαναδεί, ίσως πριν χρόνια, καθώς έτρεχα με το κουρελιασμένο παντελόνι πίσω απ’ την ποδιά της μάνας μου. Τότε δεν καταλάβαινα, όλα ήταν χρωματιστές φωτογραφίες που αποθηκεύονταν σε μια γωνιά του εγκεφάλου μου, μα σήμερα όλα είναι ασπρόμαυρα, άχαρα, τσαλακωμένα από τα αίσχη της ιστορίας. Τι χρώμα να τους δώσεις; Μισογκρεμισμένα ντουβάρια, ερειπωμένες αυλές και τραγικές αναμνήσεις μου κρατούν συντροφιά στο δρόμο που επέλεξα. Νόμιζα ότι αυτή η διαδικασία θα ήταν ανώδυνη για μένα, κι όμως έκανα λάθος. Όταν το αίμα κυλάει ζεστό στις φλέβες σου, δεν γίνεται να αποφύγεις την αιμορραγία.
Ακόμα και έτσι συνεχίζω τη βλοσυρή πορεία μου, και κοιτάζω περίεργα δεξιά και αριστερά, θέλοντας να αποθανατίσω το κάθε τι, χρησιμοποιώντας ακόμα και την κάμερα του κινητού μου. Τότε δεν είχα τέτοια πολυτέλεια, τότε πολυτέλεια ήταν να ζεις. Οργιάζει η συνείδηση μου, και κοχλάζει ο νους, όταν σκεφτώ ότι μερικοί βρικόλακες ρουφούν ακόμη το αίμα μου χωρίς να το αντιλαμβάνομαι. Σκουντουφλάω σε κάτι πέτρες, και επιστρέφω εκεί που έμεινα, στο παρόν. Ανατριχιάζω και νιώθω ότι κάτι με σπρώχνει προς ένα ακατοίκητο, άβαφο και απάστρευτο σπιτάκι. Μοιάζει με αυτά που βλέπω στις ειδήσεις, από τα ρεπορτάζ σε τριτοκοσμικές χώρες. Τότε η μάνα μου λούσθηκε τα κλάματα, τίποτα δεν τη συγκρατούσε πια, ήταν το πατρικό της. «Εδώ σε γέννησα, σε τούτο το δωμάτιο, σε ένα διπλό κρεβάτι, με το πατέρα σου στο πλάι μου, γεμάτο χαρά για το γιο του. Δεν πρόλαβε όμως να σε χαρεί, γιατί έφυγε νωρίς με χιλιάδες άλλους … τότε φύγαμε και εμείς. Ξέρω ότι πότε δεν θα γυρίσει πίσω, τον είδα καθώς έτρεχα κάτω απ’ το φως του ήλιου, κειτόταν αιμόφυρτός σε ένα φαράγγι, με αναγνώρισε και μου φώναξε δυνατά, πρόσεχε το παιδί, … από τότε το ματωμένο φαράγγι σφράγισε τα νώτα της ζωής μου…». Ας μείνω μέχρι εδώ. Η συνέχεια δεν μοιάζει με αυτήν των παραμυθιών.